- Ἀστραίας
- Ἀστραί̱ᾱς , Ἀστραῖαfem acc plἈστραί̱ᾱς , Ἀστραῖαfem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀστραίας — ἀστραίᾱς , ἀστραῖος starry fem acc pl ἀστραίᾱς , ἀστραῖος starry fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ηώς — I Μυθολογικό πρόσωπο. Προσωποποίηση της αυγής, θυγατέρα του Υπερίωνα και της Θείας και αδελφή του Ήλιου και της Σελήνης. Κατοικούσε στον Ωκεανό, στις μυστηριώδεις περιοχές της Ανατολής. Σύζυγός της ήταν o Αστραίας και από την ένωσή τους… … Dictionary of Greek
Ντράιντεν, Τζον — (John Dryden, Όλντουνκλ Ολ Σεντς, Νορθάμπτονσαϊρ 1631 – Λονδίνο 1700). Άγγλος ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και πεζογράφος. Από οικογένεια ευγενών, μετά την αποπεράτωση των σπουδών του στο Κέιμπριτζ, εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο όπου, με την… … Dictionary of Greek